Πίστα συνύπαρξης
Πίστα δεύτερη.
Αυτό που είχα να κάνω ήταν να μάθω να ξεχωρίζω όσους στα αλήθεια νοιάζονται για οτιδήποτε γύρω τους από όσους παριστάνουν ότι νοιάζονται.
Η πορεία μου ως το σημείο εκείνο στο παιχνίδι, μου είχε μάθει πάνω κάτω ποια ήταν τα χαρακτηριστικά του ευαίσθητου ανθρώπου και ποια του Ναρκίσσου.
Τον ξέρεις τον μύθο του Νάρκισσου; Νοιαζόταν μόνο για τον εαυτό του. Και αξιοποιούσε διάφορα μέσα προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες που σχετίζονταν με αυτήν την βαθύτερη επιθυμία να εκπληρώσει ατομικές προθέσεις. Ο Νάρκισσος δεν ήταν χαζός, ήταν απλά εγωκεντρικός, αντί για εγωιστής. Είναι λεπτή η γραμμή που διαχωρίζει το να γνωρίζει κανείς το συμφέρον του χωρίς να βλάπτει εκείνο των άλλων από την προσπάθεια για άντληση πόρων από τους γύρω για κάλυψη καθαρά ατομικιστικών αναγκών.
Υπήρχαν στο παιχνίδι αυτό πολλά τέτοια πρόσωπα, που έκαναν ότι νοιάζονταν στην καλύτερη, δεν έδιναν μια και το έδειχναν στην μέση, διέβαλλαν τους γύρω επειδή είχαν στην πραγματικότητα πρόβλημα με τον ίδιο τους τον εαυτό στην χειρότερη.
Αυτό το εγχείρημα, το να αναγνωρίζω τους Νάρκισσους από τους μη, μου άρεσε. Ήταν ένας ενδιαφέροντας σκοπός, καθώς μπορούσε να βοηθήσει τον κόσμο να βελτιωθεί. Άλλες φορές με όμορφο τρόπο και άλλες, δυστυχώς, με μια βαθύτερη επίγνωση του ποιοι οι άνθρωποι ήταν τελικά στα αλήθεια.
Αποφάσισα να κάνω ένα πείραμα. Τους πήγα σε μια λίμνη.
Η λίμνη ήταν τόσο ήρεμη, ούτε ίχνος από ελαφρύ αεράκι δεν περνούσε από πάνω και από μέσα της.
Τους άφησα εκεί πέρα, τον καθένα να έχει άπλετο χρόνο με τον εαυτό του. Ήμουν κοντά, μα δεν μιλούσα. Έβλεπα. Άκουγα. Ένιωθα όσα επρόκειτο να γίνουν.
Πλησίαζαν την λίμνη, άλλοι μετά από λίγο, άλλοι μετά από πολλές ωρες. Πραγματικά πολλές.
Ένιωθαν μόνοι απέναντι σε αυτό το απέραντο γαλάζιο και στο πράσινο, που καμιά φορά αγρίευε και τους φόβιζε τόσο πολύ που δεν ήξεραν πού να βρεις την παρηγοριά.
Πλησίαζαν την λίμνη, μετά τις μπόρες, όπως και άλλες φορές.
Άλλοι κυνηγούσαν την αντανάκλασή τους για να την πιάσουν, αλλά δεν μπορούσαν γιατί όλο τους ξέφευγε στο νερό.
Άλλοι μιλούσαν με τον εαυτό τους, καθώς στέκονταν για πολλή ώρα στο ίδιο σημείο, δεν έτρεχαν για να κυνηγήσουν κάτι, όπως οι προηγούμενοι.
Του έλεγαν άσχημα λόγια.
Πως είσαι έτσι, σε λυπάμαι.
Έχεις πρόβλημα, θες βοήθεια.
Σε νοιάζομαι, για αυτό σε βρίζω.
Άλλαξε!
Δεν είχαν, όμως, επίγνωση, ότι μιλούσαν στους εαυτούς τους. Νόμιζαν πως το πλάσμα που έβλεπαν στο νερό ήταν κάποιος άλλος. Και πάντα, στους άλλους, μπορείς να βγάλεις τον χειρότερο εαυτό σου, όντας χειριστικός, υπέρμετρα επικριτικός, έως και παραπλανητικός.
Υπάρχει όμως και ένας άλλος τρόπος, που σε λίγους παίκτες τον εντόπισα και τον θαύμασα. Ήθελα κι εγώ να μάθω στην σκιά μου, την αντανάκλαση, την ηχώ, πες το όπως θες, να πράττει έτσι.
Τεντώνοντας ολόκληρο το σώμα και την ψυχή τους, όλο τους το είναι, παρότι έβλεπαν έναν άγνωστο στην λίμνη μέσα, του έλεγαν απαλά και όμορφα:
Όλα θα πάνε καλά, βλέπω σε σένα όσα νιώθεις, όσα θες και ελπίζεις. Μια μέρα, φίλε μου, θα καταφέρεις να το σπάσεις από εκεί κάτω και να βγεις και να φτιάξουμε μαζί όμορφα πράγματα, που να κάνουν τον κόσμο να έχει ομορφιά. Ως τότε θα προσπαθώ εγώ να σε γλιτώσω από το κακό. Από την διαβολή. Από την αποπροσανατολιστική παραπλάνηση της κάθε ημέρας, που άλλοι την ασκούν επίτηδες για να επιβιώσουν επειδή δεν ήταν αρκετά δημιουργικοί για να βρουν άλλους τρόπους και άλλοι καταλάθος λόγω αμάθειας.
Θα σε φροντίζω, κάθε μέρα.
Θα σε κάνω να γελάς.
Να γελάμε μαζί.
Θα προσπαθώ να σου κρατήσω το χέρι όσο προσπαθείς να βγεις στην επιφάνεια. Θα κλαίω μαζί σου όταν δεν θα τα καταφέρνουμε. Τι, απορείς που χρησιμοποιώ α πληθυντικό; Μα ο σκοπός σου έχει γίνει δικός μου! Δεν με νοιάζει ποιος είσαι, δεν με νοιάζει τι θα κερδίσω ή τι θα χάσω από σένα, με ενδιαφέρει που με εμπιστεύεσαι, με ακούς, με γνωρίζεις σε βάθος, γιατί έχεις περάσει άπλετο χρόνο μαζί σου. Και σε νοιάζομαι, είτε είσαι στα καλύτερά σου είτε στα χειρότερα, δεν με νοιάζει πως δείχνεις, αν έγινες επιτυχημένος ή αν φάνηκες μια αποτυχία στα μάτια των ανόητων που πάντα βρίσκουν εύκολες εξηγήσεις. Αυτό λίγη σημασία έχει. Εμένα με ενδιαφέρει που είσαι εδώ και μπορούμε μαζί να απολαύσουμε το ηλιοβασίλεμα. Εγώ από εδώ, εσύ από εκεί. Ώσπου μια μέρα να συναντηθούμε.
Τότε, μετά από αυτά τα λόγια, άγγιζαν το νερό, το οποίο έπαιρνε ένα πορτοκαλοκόκκινο βαθύ χρώμα και ένα άρωμα φρεσκάδας, το ανακάτευαν και γελούσαν με τα σχήματά του. Γελούσε και η αντανάκλαση, κοίτα να δεις.
Συμφωνούσα σε μεγάλο βαθμό μαζί τους. Τα παθήματα, όταν δεν είναι σοβαρά, είναι αστεία.
Να, ας πούμε, όταν είναι αποτελέσματα διερεύνησης της ζωής μας και της φύσης μας. Γνήσιας περιέργειας. Εξέλιξης μεγαλείο.
Για αυτούς φαινόταν χαζό να ανακατεύουν την αντανάκλαση αντί να την πληγώνουν, να την διώχνουν, να της φωνάζουν. Ή να την παινεύουν για να της κάνουν κακό.
Οι περισσότεροι αυτό έκαναν, αυτό ήταν το φυσιολογικό.
Εκείνοι οι λίγοι που θαύμαζα τότε είχαν απαντήσει σε αυτό το ρητό, πως:
Δεν θα πουν οι περισσότεροι αν είναι φυσιολογικός ο τρόπος που ερευνω, αγαπώ και παίζω. Θα το πουν όσοι έπαιξαν στα αλήθεια μαζί μου, αγαπήθηκαν στα αλήθεια από μένα και κατανόησαν την έρευνά μου, σε πλαίσια αμοιβαιότητας πάντα.
Και στην τελική, δεν ήμασταν σε αυτό το παιχνίδι προκειμένου να κρίνουμε πως έπαιζαν οι άλλοι. Για φαντάσου, να έχεις μια δοκιμασία να περάσεις κι εσύ να σκέφτεσαι πως θα διαβαλλεις τον διπλανό.
Και όμως σε πολλούς είχε γίνει αυτή η τάση, η συμπεριφορά, συνήθεια.
Ήταν εύκολο. Έλεγαν στα ψιθυριστά, χωρίς αναγκαστικά να προαπαιτείται η παρουσία ακροατών: αυτός έχει αυτό το ελάττωμα, ο άλλος το άλλο, ο τρίτος ένα διαφορετικό. Είναι όλοι χάλια γιατί εγώ τελικά θα κερδίσω.
Κάθε φορά, τα ίδια.
Και όταν ήθελαν να πάρουν κάτι (βλέπε πόρους) γίνονταν ξαφνικά οι πιο αισιόδοξοι άνθρωποι του παιχνιδιού.
Οι πόροι δεν ήταν αναγκαστικά κάτι απτό, όπως χρήμα ή υπολήψεις. Ήταν συναισθήματα.
Οδηγούσαν στην εξάντληση όσους τόλμησαν να ασχοληθούν με τα όσα έλεγαν, αφήνοντάς τους στεγνούς από αισθήματα και σκοπούς, οδηγώντας τους επίτηδες στην απελπισία.
Και συνήθως αυτό έκαναν και με την αντανάκλαση, αφού έτσι είχαν μάθει και να ζουν και να αναπτύσσονται.
Ταυτόχρονα, έκαναν ότι τα ξέρουν όλα.
Και οι αντανακλάσεις τους πάντα απαντούσαν. Συνέβαινε το εξής τραγελαφικό.
-Τα ξέρω όλα
-Τα ξέρω όλα
-Δεν τα ξέρεις
-Δεν τα ξέρεις
-Ποιος είσαι εσύ ρε βλάκα που θα μου πεις πως δεν τα ξέρω
-Ποιος είσαι εσύ ρε βλάκα που θα μου πεις πως δεν τα ξέρω
Και μετά πήγαιναν στην κοινωνία του παιχνιδιού και έλεγαν για εκείνον τον βλάκα που γνώρισαν, που στην ουσία ήταν ο εαυτός τους.
Και έπειτα, ενοχλούσαν τους λίγους που περνούσαν πράγματι ποιοτικές στιγμές με τους εαυτούς τους.
Πω τι άσκοπα αυτά που κάνεις συμπαίκτη, δεν ξέρεις τι θες. Στεναχωριέσαι; Γιατί; Δεν έχεις δικαίωμα.
Δεν έχεις δικαίωμα να διερευνείς, να παίζεις, να αγαπάς. Να γίνεσαι όσα θέλησες. Να υποστηρίζεις τον πλούτο της ποικιλίας δεξιοτήτων. Να αγωνίζεσαι για να μαθαίνεις διαρκώς χωρίς να παινευεσαι για την γνώση σου πως οι πολλοί.
Και τότε οι φίλοι μου που αγαπούσαν τους εαυτούς τους, τους απαντούσαν:
...Είπε ποιός;
Και κάθε μέρα τους έδειχναν πως είναι η αγάπη για τον εαυτό, όχι το μίσος, ούτε και η υπέρμετρη παραπλάνηση αυτού χωρίς θετικές προσοδοφόρες προθέσεις.
Γιατί όσοι φρόντιζαν την αντανάκλαση, δεν της έλεγαν πως ήταν τέλεια. Την αγαπούσαν και την αποδέχονταν με τις ατέλειες. Ειδικά τις ατέλειες, τις αγαπούσαν λίγο περισσότερο, γιατί ήταν μοναδικές.
Οι Νάρκισσοι, πάλι, ανήκαν στους πολλούς παίκτες.
Όταν κάποιος περνούσε από δίπλα τους, έκαναν υπερβολική προσπάθεια να δείξουν ότι η αντανάκλαση είναι τέλεια.
Και οι ίδιοι, σαφώς.
Χτενιζαν τα μαλλιά τους και έλεγαν: ξέρω όλη την αλήθεια του κόσμου. Η κρίση η δική μου είναι η πιο σημαντική γιατί διάβασα θεωρίες και μόνο αυτές έχουν σημασία.
Τότε οι περαστικοί, που πολλοί ήταν και κάπως αφελείς, ανόητοι συχνά, τους πίστευαν και έλεγαν ρε, τι προσωπικότητα είναι αυτή!
Δεν περιεργάστηκαν ποτέ την στρατηγική πισω από την κάθε κίνηση και κατάσταση. Αν ήθελαν να έχουν άποψη, όμως, αυτός θα ήταν ο δρόμος τους προς την ελευθερία της σκέψης, που ήταν και ένας από τους βασικούς σκοπούς του παιχνιδιού.
Κάποιοι Νάρκισσοι είχαν σκοπούς μα δεν είχαν σαφή προσανατολισμό και άλλοι δεν είχαν καν ποικιλία σκοπών, πέραν του να έχουν μια κριτική να ασκήσουν, να δημιουργούν προβλήματα στο παιχνίδι, να το κάνουν να κολλάει οικτρά.
Ασκείς κριτική όταν μπορείς και γνωρίζεις όλες τις πλευρές.
Να κάτι που μου έμαθαν οι σοφοί, μη Νάρκισσοι, φίλοι που προανέφερα. Ή, καλύτερα, τα πρότυπα.
Όταν βασίζεις τις κρίσεις σου στο πώς εσύ ερμηνεύεις το σωστό και το λάθος, κινδυνεύεις να χάσεις το παιχνίδι. Ειδικά αν δεν αλλάζεις τακτικά αυτές τις κρίσεις.
Εγώ είμαι εδώ απλώς για να σου αφηγηθώ όσα έμαθα από αυτό το παιχνίδι και από την αναγκαιότητα να συνυπάρξω με συμπαίκτες που μπορεί και να μην είχαν ποτέ τους στρατηγικές, στόχους, μεγάλους σκοπούς. Έτυχε, όμως, να έχουν πάντα άποψη για όλα.
Δεν με ενδιαφέρει ποιος είχε δίκιο και ποιος άδικο.
Μόνο ποιος αγάπησε και φρόντισε στα αλήθεια, αντανακλάσεις και φίλους, και ποιος είπε και έκανε, στην ουσία παρήγαγε ασχήμια επειδή ένιωθε ανεπαρκής για το συγκεκριμένο παιχνίδι.
Ο τρόπος που παίζει κανείς κάθε φορά, δείχνει πολλά. Όταν, για παράδειγμα, οι συμπαίκτες σου δείχνουν κατανόηση τις πιο πολλές φορές και ας ενοχλείς ή βλάπτεις, για να σε βοηθήσουν να βρεις κάτι καλό στο παιχνίδι, αυτό που εσύ μπορείς να κάνεις είναι να δείχνεις κατανόηση στις δικές τους αδυναμίες.
Αυτό θα πει δικαιοσύνη.
Διαφορετικά, πάντα κάποιοι δίνουν πόρους και κάποιοι άλλοι παίρνουν. Είτε μιλάμε για πόρους συναισθήματα, είτε για πόρους υποστήριξης, είτε για πόρους κατανόησης και γνωριμίας ουσιαστικής.
Αν οι παίκτες μάθαιναν να φτιάχνουν μαζί νέους πόρους τότε θα παίζαμε πολύ πιο όμορφα και θα βρίσκαμε την ομορφιά σε κάθε γωνιά κάθε κατάστασης.
Γιατί το παιχνίδι, τελικά, έτσι λειτουργεί. Όπως τα κύτταρα πολλαπλασιάζονται στο σώμα μας, έτσι και η ομορφιά πολλαπλασιάζεται στην σκέψη και στις συμπράξεις μας.
Αν έχουμε φθόνο μέσα μας και βρίσκουμε και άλλους παίκτες με φθόνο μέσα τους, τότε προάγουμε την ασχήμια. Η οποία μοιάζει με τον αντικατοπτρισμό του διπλανού, αλλά στην ουσία είναι ο δικός μας.
Για αυτό λένε συχνά πως Οι πράξεις μας και τα λόγια μας δείχνουν συνήθως όσα νιώθουμε για τους εαυτούς μας. Για αυτό, πρόσεχε τι λες για τους άλλους και πως τους βλάπτεις, γιατί στην ουσία έτσι δείχνεις τι σχέση έχει με τον εαυτό σου.
Και όταν στο παιχνίδι συμβαίνει κάτι τέτοιο, δεν μπορώ παρά να λυπάμαι.
Και να εκφράζω διαρκώς το δίκαιο.
Που είναι πως μερικοί παίκτες ποτέ δεν γνωρίστηκαν αληθινά μεταξύ τους γιατί κάπου υπήρχε ασχήμια και κάποιος κάποτε την είχε αντιληφθεί.
Προσπάθησα, παρατηρώντας αυτού του είδους τις σχέσεις μεταξύ των παικτών, να φτιάξω αυτήν την κατάσταση, επιλέγοντας κάθε φορά την ομορφιά. Συζητώντας για ιδέες και ενδιαφέροντα αντί για το πώς παίζουν οι άλλοι. Κατανοώντας και ακούγοντας, υπέρμετρα πολύ, τις ανάγκες, ακόμα και όσων φθονούσαν ή ακόμα και των βαθύτατα ναρκισσοστικών όντων.
Κάπως έτσι έχασα άσκοπα πόρους.
Αλλά, να σου πω την αλήθεια μου;
Άξιζε.
Γιατί έμαθα να αγαπάω την αντανάκλαση, τόλμησα να βάλω το σώμα μου στο νερό, να νυψω το πρόσωπό μου και να πιω.
Και η τόλμη έχει πάντοτε ρίσκο.
Κάποιοι το μπορούν και κάποιοι άλλοι το βρίσκουν ανόητο.
Θα σου εκμυστηρευτώ όμως ποιο ήταν το αποτέλεσμα αυτής της κίνησής μου: Το νερό με γέμισε με δύναμη.
Αν δεν είχα κάνει αυτό ακριβώς, να τολμήσω να περιλουστώ, σα χαζό, σαν μικρό, σαν περίεργο πλάσμα, δεν θα είχα κερδίσει τους πόρους που έχω τώρα και τους δίνω αποκλειστικά σε όσους παίκτες ξέρουν να βλέπουν την ομορφιά στον κόσμο και να ασχολούνται με αυτήν, βρίσκοντας τρόπους, όχι κατακερματιζοντας υπολήψεις.
Για αυτό σε συμβουλεύω συχνά να τολμάς να βραχείς, αντί να φοβάσαι.
Αλλά ο καθένας παίζει όπως θέλει. Και η μεγαλύτερη ελευθερία σε αυτό το παιχνίδι είναι η επιλογή να έχουμε ως συμπαίκτες όσους καταλαβαίνουν πως νιώσαμε και πως μπορούμε να νιώσουμε, απορρίπτοντας, δεκάδες φορές, τις συμπεριφορές που είναι βλαβερές για την έκβαση του παιχνιδιού μας.
Στην ουσία, είμαστε ελεύθεροι να βλέπουμε ευκαιρίες και εμπόδια.
Αν τα εμπόδια είναι πιο πολλά, καλύτερα έκαστος να κοιτάξει την αντανάκλαση αντί για τους άλλους, ε;
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου