Αστερίαση
Μου στέλνει η κολλητή το ποστ μιας απελπισμένης που ρωτάει τι να κάνει που αυτός την μπλόκαρε. Κλωτσιά (στον εαυτό σου πρώτα και μετά σε αυτόν τον ανίδεο) απαντάω νοερά πριν γράψω ως απάντηση το εξής:
Ο Πλάτωνας, όταν μιλούσε για τον κόσμο των ιδεών, είχε δίκιο. Και το επιβεβαίωσα όταν ερωτεύτηκα, καθότι διαπίστωσα όχι μόνο ότι όλα είναι μια ιδέα αλλά ότι όλα είναι πολλές ιδέες την ίδια στιγμή. Βέβαια δεν μπορώ να κρύψω και την συγκίνηση που ένιωσα όταν ο Αντώνης ο Ρέμος τραγούδησε "Τι ήμουνα για σένανε τι ήσουνα για μένανε" διότι ο δικός του ο στίχος ήταν περισσότερο προσαρμοσμένος στην επικαιρότητά μας. Να σας πω την αλήθεια σας θεωρω και λίγο χαζούς όλους καθώς ούτε να ερωτεύεστε δεν ξέρετε, πόσο μάλλον να αγαπάτε. Μάλλον όταν ήσασταν μικροί δεν διαβάζατε αρκετό Πλάτωνα ή αντίστοιχα δεν ακουγατε Αντώνη, ή έστω, Γιάννη ρε φίλε. Τι ποιον Γιάννη, τον Πλούταρχο. Λένε πως σπίτι χωρίς Γιάννη προκοπή δεν κάνει και εγώ ανατρέχω στο παρελθόν στην πρώτη φορά που ερωτεύτηκα δυνατά έναν συνονόματό του (καθώς αυτός μεγάλος μου έπεφτε και ήταν και υπέρμετρα καλλίφωνος, τα ενδιαφέροντά μας δεν σχετίζονταν σε μεγάλο βαθμό), και σκέφτομαι αν τελικά ο λόγος που το σπίτι μου δεν πρόκοψε ήταν αυτό το ρητό και η έκβαση των ανεκπλήρωτων ερώτων. Άκου τώρα να δεις. Εγώ να γράφω σε στίχους σ αγαπώ κι εκείνος να θέλει μια τύπισσα όπως στην αφίσα, από εκείνες τις τσιτσιδες. Και εκείνος και οι φίλοι του. Αναρωτιέμαι αν οι τσιτσιδες τους είχαν τσιτσιδους σε αφίσα και μου έρχεται ένα χαμόγελο. Εντάξει, μου άρεσαν (βασικά όχι όλοι, αυτός ο ένας Γιάννης, βασικά όχι μου άρεσε έκοβαν φλέβα), αλλά αφίσα δεν θα τους έκανα σε εκείνη τη φάση. Μπορούσα όμως, ξέρεις, να είμαι λίγο πιο καθημερινή, φυσιολογική, χωρίς γατομαχίες ή αγκομαχίες. Αλλά όχι έπρεπε να παλέψω για να φάω και τελικά για να δώσω χυλοπιτα. Το συναρπαστικό είναι ότι για χρόνια για τον Γιάννη άρχισα και εγώ να γράφω στίχους και μάλιστα μου άρεσαν γιατί μέσα από αυτούς κατάλαβα με τι γαμάτο τρόπο ερωτεύομαι. Καλά ε, μιλάμε, είμαι πολύ έξυπνη. Όχι σε φάση "να σου λύσω τον κύβο του Ρούμπικ" έξυπνη, από το άλλο, που ξέρεις να νιώθεις τόσο διαολεμενα δυνατά που όταν ο άλλος διακατέχεται από βλακεία δεν μπορεί να επικοινωνήσει μαζί σου διότι κολλάει στις λέξεις. Αλλά τι να πεις, έτσι είναι οι άνθρωποι. Το έπαθα και πιο μετά, το ίδιο, με διαφορετικούς τρόπους. Και άκου τώρα να δεις, η κολλητή μου νομίζει ότι θα έγραφα απελπισμένη δημοσίευση να πω στα σοσιαλ "μα τι να κάνω?"
Όχι, όχι, δεν χαζεψε και η κολλητή, δεν το δέχομαι!
Σκέφτηκα να της εξηγήσω ότι και να ρωτήσεις, κανένας δεν θα σου απαντήσει, διότι όλοι είναι απασχολημένοι να βγάζουν φωτογραφίες ή τον κωλο τους ή την επιτυχία τους ή το φαγητό τους. Με το τελευταίο με έπιασε λιγούρα μπαι δε γουει. Κατά δεύτερον. Όταν έχεις βρει τις απαντήσεις δεν κάθεσαι να αναρωτιέσαι τι θα κάνεις. Απλά απελπιζεσαι και αγκαλιάζεις την ελπίδα και μετά την τραβάς από το μαλλί και της ψιθυρίζεις, όπως μια μάνα στο παιδί που έκανε αταξία: Έλα δω να σου πω κάτι. Έλα, έλα. Τι δεν έρχεσαι? Άμα σε πιάσω από το κοτσιδι! Και τότε εκείνη το σκάει, δεν είναι τόσο ηλίθια όσο οι άνθρωποι για να μείνει να τα ακούσει. Και εσύ μένεις σκασμενη (όπου εσύ βάλε εγώ) και εσύ νιώθεις σαν να σε έχει περιτριγυρίσει ένα πελώριο σμήνος από κουνούπια πανέτοιμα να σου πιουν όλο το αίμα κι εσύ να τα βλέπεις ως πυγολαμπίδες, καλές, γλυκούλες (όπου εσύ βάλε εγώ). Και τελικά στην πέφτουν τα κουνούπια και βγαίνεις λίγο πρησμένη, λίγο με φαγούρα, λίγο σαν ανάποδο γαμώτο, και το μόνο που θες είναι να γλιτώσεις αλλά δεν μπορείς. Και έρχονται και οι τύποι με το αντικουνουπικό και στο τρίβουν στη μούρη, λες και ξέρουν πως είναι να βλέπεις τα κουνούπια για πυγολαμπίδες. Άστο, ηλίθιοι, δεν έχουν καταλάβει που είναι το πρόβλημα. Θα μου πεις, ερωτεύτηκες και τον παρομοιάζεις με κουνούπι? Όχι, μην είσαι βλάκας. Το συναίσθημα σου παρουσιάζω, εκείνο, που το εκθειασαν ποιητές και συγγραφείς, σκηνοθέτες και ζωγράφοι?! Άσε να στα πω εγώ. Κολλάς αστερίαση (πως λέμε ψωρίαση, καμία σχέση, ή και μπορεί να έχει καθώς είναι και τα δύο αυτοάνοσα), ένα βράδυ καλοκαιριού.
Το κονσεπτ μοιάζει λίγο με την μυωπία σου. Λες από μέσα σου "Ω τι καλά, τι λαμπρά που είναι όλα" και μετά αρχίζει ο πονοκεφαλος. Για σένα, γιατί τα αστέρια, μεταξύ μας τώρα, χεστηκαν για τον δικό σου τον πονοκέφαλο. Όπου αστέρια μην βάλεις γκομενάκι, μιλάμε εδώ για ανώτερες έννοιες, όπως καλή ώρα ο Πλάτωνας ή ο Γιαννάκης. Έρχεται η μέρα που φοράς γυαλιά. Και συνειδητοποιείς ότι είσαι ακραία μαζοχας, καθώς ακόμα τα φωτάκια χαζεύεις αλλά αυτή τη φορά με άλλη ματιά.
Και έρχεται η βραδιά του Αυγούστου που ατενίζεις τα αληθινά άστρα. Εκείνη την ώρα σου έρχονται συνειρμοί στον νου γιατί έτσι αυτός λειτουργεί συλλέγοντας δεδομένα από τις πέντε αισθήσεις και φτιάχνοντας μια έκτη, αυτή των συναισθημάτων, αλλά μη σου λέω τώρα αυτά, πάμε στο θέμα μας. Συνειρμοί: Πυγολαμπίδες στα τέσσερά σου. Λαμπάδα στα οχτώ. Φωτάκια στα δέκα τρία. Πυροτεχνήματα στα δεκαέξι. Ντισκόμπαλα που είναι και πολύ κουλ στα δεκαοχτώ. Φακός στα σκοτάδια στα είκοσι. Φανάρι για κάτι φίλους που είχαν σχέση στα είκοσι βάλε. Τα μάτια του.
Κατάλαβες;
Για αυτό α παρατάτε με όλοι οι βλάκες που δεν καταλαβαίνετε πως νιώθω και λέτε έρωτα το ξέσκισμα μεταξύ σας, το οποίο, το μετατρέπουν και αυτό σε ανώτερη έννοια τα ανώτερα μυαλά. Αν καταλαβαίνουν τι πάει να πει πνευματικότητα, πίστη, δύναμη. Αν έχουν πιάσει έστω και λίγο τα νοήματα στον Πλάτωνα, τον Αντουάν και το. Γιαννάκη. Ξέρω γω, αν είδαν τα αστέρια και κατάλαβαν πόσο μικρές είναι οι λέξεις.
Από μένα αυτά. Όσο για εκείνον, εκείνους, αυτούς, ελπίζω να μην τους σηκώνεται ώσπου να αποκτήσουν πνευματικό νου και να έρθουν να ξεσκιστουμε".
Όσο για τους στίχους, καλός ο Γιάννης και πολύ εντάξει ο Αντώνης, αλλά πρόσφατα ανακάλυψα τον Κωνσταντίνο και, παρότι εκείνος δεν εχει ιδέα, ξέρω ότι ήταν γραφτό. Τι να κάνω;;;
Τραγουδάει ένα κομμάτι, πως λέγεται να δεις...
Σπουδαίο, πάντως, να σε έχουν ανακαλύψει και εσύ να μην το ξέρεις. Κάπως όπως ο Βίνσεντ Βαν Γκογκ, ή όλοι εκείνοι οι ποιητές των δρόμων που συνέβαλλαν σημαντικά στην έκφραση των διαφόρων πολιτισμών αλλά όλοι τους είχαν συνδεδεμένους με Κάιρο.
Αυτή θα ήταν η απάντησή μου στην actual γράφουσα.
Σκέψου ότι ο έρωτάς σου είναι η τέχνη, οι στίχοι, οι μπογιές. Τα συναισθήματά σου πινέλα, ο τοίχος που σου υψώθηκε, καμβάς.
Φτιάξε την πιο όμορφη αλήθεια σου και έτσι, για να σπάσεις τα νεύρα όσων υψώνουν τοίχους, ζωγράφισε δέντρα και λουλούδια.
Και μετά πήγαινε από την άλλη και κάνε το ίδιο. Και στο τέλος γινρ φάντασμα και πέρνα μέσα από τους τοίχους κάνοντας ότι δεν υπάρχουν και ότι είναι λουλούδια.
Έτσι απλά. Για να του τη σπάσεις.
Και αν δεν το έχει ακόμα πιάσει, πιθανώς δεν θα μπορεί να πιάσει και τίποτα άλλο, οπότε θα θέσω το ερώτημα: θες να μην ξέρει να πιάσει;
Τα βαιμπς, ντε.
Εν τω μεταξύ, λένε και κάτι για ανιδιοτελή έρωτα. Μπαρούφες. Όλοι την πάρτη τους σκέφτονται και μάλιστα πλάθουν ιστορίες άνευ υπόστασης, που τις υποστηρίζουν μεχρι τέλους, προστατεύοντας τον υπέρμετρα ανυψωμένο εγωισμό τους.
Και τους πείραξες εσύ, που πλάθεις απροκάλυπτα επειδή γουστάρεις να νιώθεις και απροκάλυπτα.
Έχω, που λες, σκεφτεί, να φτιάξω μια αφίσα, για το απροκάλυπτο, και κάπου αρχίζω και πιάνω το τι εννοούσε ο Γιάννης. Όχι ο Πλούταρχος, ο άλλος, αλλά γαμάτη ιδέα και για τραγούδι το θέμα του απροκάλυπτου τώρα που το σκέφτομαι.
Και μετά μου έρχεται άλλος συνειρμός για το αναίσχυντο του έρωτος και φρίττω.
Μα πως μπορέσαμε, τέλος πάντων, να ακολουθήσουμε την φύση μας;;;;
Τώρα είναι χρέος μας να πείσουμε την ανθρωπότητα ότι είμαστε περισσότερο ερωτευμένοι με τον εαυτό μας και όλα καλά.
Αν σε παρηγορεί, αυτό μπορεί και να αληθεύει, με την λογική πως αν καταλάβεις ότι ο τρόπος που ερωτεύεσαι είναι μέσα σου, σου ανήκει, και πως ερωτεύτηκες τον τρόπο που ερωτεύεσαι καθώς ο άλλος άνθρωπος ύψωσε τοίχους, τότε ναι, έχεις ερωτευτεί τον εαυτό σου, περαστικά.
Μια νοσηρή κατάσταση που επικροτείται από την κοινωνία καθώς έλα μωρέ με τον βλάκα, θα βρεις καλύτερο. Ψηλό, μελαχρινό (εχμ οι ξανθοί μ αρέσουν)
Ψηλό, ξανθό...
Και εσύ να αναρωτιέσαι στο τέλος: ρε μαλάκα, έχει δίκιο, ωραίοι οι ξανθοί, λες τζαμπα τόση ώρα να μιλάω για άπιαστες έννοιες που μου καίνε τα εγκεφαλικά κύτταρα;
Ωχου, μόλις με τσίμπησε ένα κουνούπι.
Παλιό να ήταν, καινούργιο, ποιος ξέρει.
Έχω φτάσει σε ηλικία με καλό αντικουνουπικό, οπότε καταλαβαίνεις.
Εγώ - κουνούπια
1-0
Έχω μπλέξει με δαυτα τόσο που περιμένω να έρθει ένας άνθρωπος και να μου πει Το εξόντωσα, να, τώρα πέτα το αντικουνουπικό.
The end.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου