Ξύπνα, Χάρι!
Όταν προσπαθείς να δεις αν ένα πέτρωμα είναι γνήσιο ή απομίμηση, εξετάζεις παραμέτρους που όσοι είναι εμπειρογνώμονες ξέρουν να στις περιγράψουν καλύτερα από μένα.
Εγώ θα σου πω για την αλήθεια στις σχέσεις και για το πως την έχω καταλάβει. Κοινές στιγμές. Νιώθεις; Είναι γνήσιες. Δεν νιώθεις; Είναι απομιμήσεις.
Συχνά λέμε πως τα πράγματα είναι περίπλοκα, αλλά είναι τόσο πολύ απλά, όσο ένα μήλο με σκουλήκι και ένα με χωρίς. Αν θα φας το μήλο με την τρύπα, θα ξέρεις ότι πιθανώς το βράδυ θα σε πονάει η κοιλιά σου. Αν πρόκειται για δηλητήριο, μπορεί να σε πονάει και η πλάτη σου, ή το κεφάλι σου, ή πολλά άλλα, που ένας γιατρός θα στα εξηγούσε καλύτερα από μένα.
Είχα σκοπό να σου πω πως γιατρικό όταν σού έχουν πει να μην φας το δηλητηριασμένο μήλο αλλά εσύ ακούς κάποιο φίδι και το τρως τελικά, ή κάποια γριά μάγισσα σού το φέρνει σαν δώρο στην πόρτα χωρίς εσύ να το έχεις ζητήσει και, για να μην την κακοκαρδίσεις το τρως, είναι το να βάλεις τους καλοθελητές να φάνε αυτό που σού προσφέρουν.
Φαντάσου τώρα στην Χιονάτη, η μάγισσα να δηλητηριαστεί. Στην Βίβλο, το φίδι να τιμωρηθεί. Στην επιστήμη, ο Γαλιλαίος να πάθει τα κοιλιακά του. Αυτό λιγάκι άσχετο, αλλά ρε παιδί μου, φαντάσου τα πράγματα να είχαν γίνει εντελώς ανάποδα: Πώς θα ένιωθες;
Παίζω πολύ συχνά αυτό το παιχνίδι, το να προσπαθώ να νιώσω πως θα βίωνα το να αναποδογυρίζονταν όλα στον κόσμο. Να είναι τα δέντρα στον ουρανό και ο ήλιος να μάς φωτίζει την νύχτα. Οι άνθρωποι να πετάνε και τα γουρούνια να έχουν πολιτισμό.
Στους δρόμους να σέρνονται ανδρείκελα και στον ουρανό να πετάνε μαγικά πλάσματα, κάτι μεταξύ ανθρώπου και αετού, μα χωρίς γλώσσα και περισσευούμενες λέξεις.
Τότε, πως θα ήταν; Αν ψαχουλέψεις λίγο την εξελικτική πορεία των ειδών και του πολιτισμού και της σχέσης του με την φύση θα δεις πως όλα, τελικά, είναι πιθανά και έχουν να κάνουν, όχι με την προσαρμογή μας, αλλά με τις επιλογές μας.
Είχα όνειρο να σπουδάσω με τα κείμενα. Τελικά αναγκάστηκα να σπουδάσω πολιτισμό, τέχνες, εκπαίδευση. Μού έφυγε λίγο η πίστη για να τα καταφέρω, αλλά σήμερα μπορώ να σου συστηθώ ως αφηγήτρια (σε τάξη και όπου αλλού επιλέγω εγώ).
Άξιζε, τελικά, τον κόπο, αυτή η οροσειρά.
Ε, εφόσον η δουλειά, το πάθος μου και κάθε τί που κάνω σχετίζονται με την γνησιότητα των αφηγήσεων, έφτασε νομίζω η ώρα, να σου πω μερικές.
Δες ένα νόμισμα. Τί βλέπεις; Ο διπλανός; Με λεπτομέρειες, ε.
Το φως πέφτει διαφορετικά από εκεί που το βλέπει εκείνος και είναι αλλιώς στο σημείο που στέκεσαι εσύ.
Πώς μπορεί, επομένως, να υπάρχει «γεγονός»; Κάποτε ήθελα να γίνω δημοσιογράφος, αλλά πλέον αυτή η ιδέα φαντάζει τόσο αστεία, όσο το να γίνει η Ρόουλινγκ σκεϊτερού.
Πετυχημένη και διάσημη, με φήμη, δύναμη, εξουσία, γεμάτο πορτοφόλι.
Καριερίστρια, λέμε. Ντυμένη στην πένα και κουλ ταυτοχρόνως.
Αδύνατη, πανέμορφη, έχοντας περιλουστεί με κάποια πάστα σε πρόσωπο και σε μαλλιά.
Να ακούει και να μην απαντάει. Να την λένε χαζή και αυτή να τους χαμογελάει (από μέσα της θα τους έχει μεταμορφώσει σε ανδρείκελα στον κόσμο που σου περιέγραψα προηγουμένως, βέβαια).
Να της ρίχνουν, ενίοτε, και καμιά συσκευή στο κεφάλι γιατί ρε παιδί μου, είναι πολύ ενοχλητική, όλο ντούκου ντούκου με το σκέιτμπορντ!
Και να γίνεται διάσημη και πετυχημένη, αποκατεστημένη και γραμμένη στο κόμμα. Και να φοράνε όλοι τα καλά τους. Όλοι εκεί, να νιώθουν ότι συνέβαλλαν στην προσπάθειά της.
Ανεβαίνει στην σκηνή. Πετάει ρούχα, στολίδια, σκέιτμπορντ και λέει:
«Καλέ πλάκα ήταν! Εγώ είμαι, που έγραψα τον Χάρι Πότερ!»
«Έγραψες;», «Τί θα πει έγραψες;»
«Εχμ. Έγραψα, θα πει… έγραψα!»
Σχόλιο μητρός: Πολυλογού, τώρα και στα χαρτιά.
Σχόλιο πατρός: Ανεπρόκοπος ρέμπελος χωρίς πρακτικό νου.
Σχόλιο θείας: Αφηρημένη και Φαντασμένη, άκου Χάρι, άκου Πότερ!
Σχόλιο λοιπών που η γνώμη τους δεν ενδιαφέρει τελικά κανέναν αλλά την γράφω εδώ για να είμαι δίκαιη: Χαμένο, αυτό το παιδί. Από μικρό. Να μην ξέρει τι θέλει! Άκου δουλειά τώρα, τα παραμύθια!
Σχόλια συντρόφων στο κόμμα: Να την βολέψουμε.
Το βιβλίο της διαβάστηκε από ευρύ κοινό και σε κάποιους, άρεσε.
Ε, εγώ ήμουν μια από αυτούς.
Μεγάλωσα διαβάζοντας Χάρι Πότερ και ταξιδεύοντας με τον λόγο αυτής της γυναίκας που στην πραγματικότητα δεν ήξερα τί γονείς και τί κοινωνία την περιέβαλαν, αλλά, πάραυτα, μου άρεσε να το διακωμωδώ με βάση τα όσα παρατηρούσα στους χώρους που βρισκόμουν.
Και ήταν πολλά. Ευτυχώς πολλά ήταν και τα βιβλία της Ρόουλινγκ.
Έτσι άρχισα να διαβάζω και να αγαπάω τις γραπτές ιστορίες.
Ξύπνα, Χάρι!
Θυμάσαι που όταν ήμασταν παιδιά φτιάχναμε κάστρα στην άμμο; Και μετά τα γκρεμίζαμε και φτιάχναμε ξανά, καινούρια, πιο κοντά σε όσα μας αντιπροσώπευαν και μας έκαναν κλικ ρε παιδί μου, στην αισθητική μας ταίριαζαν πιο πολύ.
Η ζωή μου όλη.
Οι ιδέες είναι το δικό μου χώμα. Έρχεται από δίπλα ένα άλλο παιδί και παίρνει το χώμα που για ώρες συνέλεγα. Φτιάχνει ένα κάστρο θεόστραβο και στα μάτια τα δικά μου ερείπιο.
Πάει και λέει σε όλους μετά ότι εγώ το έχω φτιάξει αυτό το έκτρωμα.
Εντάξει, καταλαβαίνω, η τέχνη είναι τέχνη, αλλά αν θες να φτιάξεις τόσο πολύ κάτι, κλέβοντας πόρους από άλλα άτομα, πες τουλάχιστον την αλήθεια: Το χώμα το δανείστηκα. Το προϊόν είναι δικό μου.
Τώρα με την ηρεμία σου μπορείς να απολαύσεις το γιουχάρισμα ή και το χειροκρότημα.
Εγώ γιατί να επιβραβευτώ ή να κατηγορηθώ για όσα δεν είμαι (δεν νιώθω δηλαδή), επειδή εσύ, παιδάκι, δεν έχεις τι να κάνεις με τον χρόνο σου, βαριέσαι να πας να μαζέψεις δικό σου χώμα και έτσι ασχολείσαι με το δικό μου, επιρρίπτοντάς μου, μάλιστα, τα δικά σου χαρακτηριστικά, ευθύνες και πράξεις;
Μπορεί το άλλο παιδάκι να φοβόταν ότι θα αποκαλυφθεί πως δεν είχε τελικά και τόσες ιδέες.
Έτσι, οι δικές μου οι ιδέες έγιναν τελικά ένας (ή πολλοί, ανάλογα με την όρεξη για χάσιμο χρόνου) πελώριος μύθος.
Απλά ήταν τοποθετημένες εντελώς παράταιρα.
Στο μεταξύ να βαφτίζουν την άμμο κάτι άλλο από αυτό που είναι, όπως πέτρα.
Ωραία και η πέτρα, δε λέω, αλλά βρε παιδί μου, νιώσε, άνοιξε λίγο τα στραβά σου, άμμος είναι, από τη θάλασσα τη μάζεψα!
Να λένε, α, κοίτα τι ωραίο θεόστραβο σπιτάκι από πέτρες που έχεις φτιάξει εσυ, ώχου το μωρέ μωρέ, δεν πειράζει καημενούλι, θα μάθεις μια μέρα το σωστό.
Και εσύ να κρατάς στο χέρι όση άμμο σου έχει απομείνει, να τους κοιτάς σκεπτόμενος «Τί πίνουν και δεν μας δίνουν, πιο φαντασιακά δεν γίνεται» και να αναρωτιέσαι: Να την πετάξω σε εκείνους για να σταματήσουν να μυθοποιούν, να την πετάξω στο δήθεν πέτρινο στραβό σπιτάκι του άλλου παιδιού να πέσει επιτέλους για να μην γίνεται και τόσο θέμα (στην τελική με διέκοψε, όσο εγώ έφτιαχνα και βελτίωνα τα κάστρα μου!]), ή να πασαλειφτώ με άμμο κάνοντας πως είμαι κάποιο μυθικό τέρας, ώστε έτσι να τους αποσπάσω από τις μυθοπλασίες που καμιά σχέση δεν είχαν με εμένα;
Αποφάσισα να κάνω το τελευταίο. Το όνομά μου είναι Χάρι και όταν με κάνουν να νιώθω άβολα επειδή φαντάζονται πράγματα που δεν υφίστανται (τουλάχιστον όχι στην δική μου ζωή), πασαλείβομαι με άμμο και παριστάνω ότι είμαι κάτι τρομακτικό, εντυπωσιακό, ασυνήθιστο, έτσι, για να σταματήσουν να ασχολούνται με τα κάστρα μου και να μπορώ επιτέλους να κάνω ανενόχλητος την δουλειά μου.
Τώρα, εύλογα θα ρωτήσεις, και ποια είναι η δουλειά σου;
Μα, οι μύθοι. Νομίζω πως το κατέστησα σαφές ήδη από την αρχή.
Ξέρω να φτιάχνω, μα νομίζω ότι τελικά δεν είμαι και τόσο καλός σε αυτό.
Καλύτερα τα πάω με το γκρέμισμα, δηλαδή με την αποδόμηση.
Οι άνθρωποι, βλέπεις, έχουν απέραντη φαντασία. Άμα θέλουν φτιάχνουν φαινόμενα και καταστάσεις με τον λόγο τους και μόνο. Τι κι αν τίποτα από όσα λένε δεν ισχύει;
Το κάνουν να ισχύει.
Παίζονται πολλά από πίσω. Δικαιώματα, υποχρεώσεις, φαντασιακή προσήλωση στο τί χρωστάμε και τι μάς χρωστούν.
Οι αδίστακτοι, νομίζουν ότι και η αγάπη έτσι δομείται, όπως οι μύθοι της καθημερινότητας και όπως οι ρόλοι που χορεύουν γύρω από τους μύθους.
Να στο κάνω πιο απλό. Παραμύθια.
Υπάρχουν παραμύθια που σε κάνουν να βρίσκεις τον εαυτό σου και τις επιθυμίες σου στην ζωή ετούτη, υπάρχουν και παραμύθια που σε εγκλωβίζουν αιωνίως σε κόντρα ρόλους. Δεν έχουν τίποτα ρε παιδί μου οι κόντρα ρόλοι, καλοί είναι, απλά δεν χωρά πολύς κόσμος σε αυτούς! Ε, εγώ είμαι μέρος του «πολύ κόσμου».
Τις προάλλες, έχοντας ολοκληρώσει σχεδόν μια από τις πιο πετυχημένες εκδοχές των κάστρων μου, ήρθε ένας και μου έδειξε ένα παραμύθι.
Το ανοίγω και τι να δω.
Κάποιος με είχε ζωγραφίσει σαν ερπετό που έμενε σε μια σπηλιά!
Δεν θα είχα πρόβλημα, αν δεν έγραφε από πάνω το όνομά μου.
Μεγάλη υπόθεση, φιλαράκι, το όνομα. Σε βάζει σε πολλούς μπελάδες.
Μαζεύονται αυτοί που ξέρουν και αυτοί που δεν ξέρουν. Και τσακώνονται μεταξύ τους.
Στο μεταξύ όλοι νομίζουν ότι έχουν δίκιο.
Με λένε Χάρι, είμαι πράγματι ήρωας παραμυθιού, αλλά δεν είμαι ούτε ερπετό, ούτε σε σπηλιά ζω. Πάμε να το πάρουμε από την αρχή.
Δεν μου αρέσει να παρουσιάζεται ως δικό μου κάτι που δεν είναι.
Ούτε μια εικόνα, ούτε ένα υλικό, ούτε, ακόμα, και το ίδιο μου το κάστρο, εφόσον ακόμα το χτίζω και το γκρεμίζω προκειμένου να δημιουργήσω την πιο ταιριαστή σε μένα εκδοχή.
Δεν έχουμε με τους περισσότερους την ίδια αισθητική, δυστυχώς ούτε και τον ίδιο εγκέφαλο (εγώ είμαι σε παραμύθι ολίγον τι βαρετό, με άμμο σκέτη και δημιουργικούς τρόπους να φτιάξω κάτι μοναδικό και ασήμαντο για όσους περιμένουν και φαντάζονται τέρατα, πετρόχτιστα στραβά σπίτια ή και αποποίηση ευθυνών).
Ήρθε τις προάλλες, εκεί που έχτιζα, ένας να μου πει.
"Άκου, γιατί δεν ακούς ποτέ;;;"
«Άμα έχεις κάτι χρήσιμο, ίσως για τα αστέρια, για τα τοπία ή για τα συναισθήματα, να συζητήσουμε, ναι θα σε ακούσω»
Έχω γίνει αυστηρός με τα χρόνια, γιατί οι άνθρωποι δεν διστάζουν να πουν ότι σκεφτούν και, εντάξει, αν δεν ήμασταν σε βιβλίο θα τους άφηνα, αλλά δεν θέλω τώρα οι αναγνώστες μου να εμποτιστούν με παραπληροφόρηση, προπαγάνδα, ή, αν μη τι άλλο, προσδοκίες για μια ζωή χωρίς χτίσιμο, μόνο με άραγμα ή μόνο με συζητήσεις του αέρα.
Ναι ναι, συζητήσεις του αέρα, διόλου τυχαίο. Την ώρα που αυτός μιλούσε, φυσούσε.
«Τι κάνεις εδώ, ανθρωπόμορφο τέρας;»
(δεν απαντάω)
«Είσαι ανίκανος να φτιάξεις κάστρο, τι το παλεύεις καημένε;»
«Δεν φτιάχνω κάστρο για να το δείξω, σε αντίθεση με το βιβλίο που ναι, θέλω πολύ να διαβαστεί. Δεν έχει σημασία αν τα κάστρα μου φαίνονται εντάξει, σημασία έχει να τα νιώθω εντάξει»
«Και που θα σε βγάλει ρε φίλε αυτή η μιζέρια; Ούτε ντυμένος δεν είσαι, όλη μέρα εδώ να παλεύεις για ένα τίποτα. Χαμένος. Αφελής. Αφηρημένος»
«Αυτό που ονομάζεις εσύ μιζέρια, εγώ το ονομάζω φυσική ζωή και το θεωρώ προσόν. Το αν νομίζεις ότι είμαι χαμένος, αφελής, ή αφηρημένος, είναι θέμα στον δικό σου τον εγκέφαλο που πρέπει λιγάκι να το δεις, γιατί ο τρόπος που βλέπεις τα πράγματα, δείχνει τελικά εσύ ποιος είσαι. Αλήθεια. Εσύ ποιος είσαι; Πώς ξεπετάχτηκες εδώ στο δικό μου παραμύθι;»
«Ήρθα για να στο κάνω περισσότερο πιασάρικο, για να βγάλεις κέρδος»
«Α, δεν θέλω. Άμμο, έχεις;»
«Τι να την κάνεις την άμμο, σού λέω θα γίνεις κροίσος!»
«Την χρειάζομαι για να βελτιώσω τα κάστρα μου. Να φτιάξω θέλω, όχι να γίνω λατρεμένος και αποδεκτός!»
«Ψήφισέ με και θα δεις για πότε οι πωλήσεις στο παραμύθι σου θα απογειωθούν!»
«Δεν έχει σημασία η πλοκή; Η αφήγηση; Η αλήθεια μου;»
«Καμία απολύτως. Μόνο η εμφάνιση και η ψήφος σου»
«Α, δεν με ενδιαφέρει τότε»
«Χαμένος. Αφελής. Αφηρημένος»
(…μυθομανής, χωρίς καμία επίγνωση του φυσιολογικού, αγενής…οι δικές μου οι σκέψεις που δεν του είπα τελικά ποτέ. Αντ’ αυτού, πήγα παραπέρα για να μην με ενοχλεί. Είχα δουλειά να κάνω).
Μετά από λίγο καιρό και αφού είχα φτιάξει τα θεμέλια καλά και σταθερά, ήρθε ένας ακόμα. Ντυμένος κάπως σαν τον Έλβις Πρίσλει και σαν ήρωας της σαιξπηρικής λογοτεχνίας ταυτόχρονα.
«Καλωσήρθες ξένε στον τόπο μου»
«Καλώς σε βρήκα. Τί είσαι;»
«Ήρωας παραμυθιού, εσύ;»
«Α και εγώ» [σκέφτεται για λίγο και συνεχίζει] «Εμένα το παραμύθι μου είναι το πιο ωραίο. Είμαι, βλέπεις, ένας ισχυρός οικογενειάρχης με όνομα μεγάλο και τρόπους εκλεκτούς»
«Α, μπράβο…»
«Μην ακούς όσους σου λένε πως μπορεί να είμαι και δικτάτορας, εκείνοι δεν ξέρουν, δεν καταλαβαίνουν ότι είμαι πρακτικός τύπος εγώ, αρχίζουν μετά τις εξεγέρσεις και τις επαναστάσεις αμαυρώνοντας την πλοκή μου και…»
«Και;»
«Και την γεμίζουν θεωρίες!!!»
«Ενδιαφέρον, αλλά γιατί σας λένε δικτάτορα;»
«Μα γιατί έχω κανόνες. Πώς θα με πούνε άξιο μετά οι αναγνώστες μου;»
«Και τί κάνετε για αυτό;»
«Αρχικά βάζω όσους δεν εγκρίνω να μου κάνουν τα θελήματα. Τους πηγαινοφέρνω για πλάκα, να ας πούμε τους στέλνω στην τοπική αγορά να μου φέρουν τα βασιλικά πούρα μου, να μου σκουπίζουν και να μου σερβίρουν τους επίτιμους καλεσμένους μου».
«Εκείνοι τι λένε για όλα αυτά;»
«Να πούνε;; Τι, έχουν και άποψη; ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ»
«Όλοι έχουν άποψη»
«Αχρείος. Τεμπέλης. Θεωρητικούρας»
«Ευχαριστώ πολύ» λέω με περηφάνια, γνωρίζοντας ότι χωρίς θεωρία δεν πας πουθενά, ειδικά αν δουλειά σου είναι η δόμηση και η αποδόμηση μύθων της καθημερινότητας και των παραμυθιών.
Απλά πάντα η θεωρία σου χρειάζεται να συνάδει με τις πράξεις σου.
Εκεί βρισκόταν το κώλυμα του φίλου Έλβις-Ρωμαίου. Μόνο πράξεις και στη θεωρία δύο φαντασμαγορικές επιγνώσεις «Είμαι ήρωας» «είστε βλαμμένοι».
Δεν απορώ που πούλησε το βιβλίο του, καλά να ναι, και να ελευθερωθούν μια μέρα οι επαναστάτες, να μπορέσουν να φτιάξουν επιτέλους τα κάστρα τους και έτσι τα παραμύθια τους να έχουν μόνο σχετικά με τα κάστρα τους κεφάλαια.
Το παραμύθι είναι πράξη.
Τι, δεν το πιστεύεις;
Αν επικοινωνείς και νιώθεις και ρωτάς και απαντάς, τότε πράττεις.
Και μάλιστα κάτι πολύ πιο σημαντικό από τα κάστρα που εγώ πασχίζω να φτιάχνω.
Γνωρίζεις πλέον καλά, ότι η τέχνη του λόγου πάει τον κόσμο προς την διεκδίκηση δικαιωμάτων, τα επιχειρήματα.
Αν αφήσεις να σε κρίνουν για τα κάστρα έχεις να ακούσεις παραμύθια της Χαλιμάς και εκατομμύρια ακόμα μυθοπλασίες που εύκολα βγάζουν αυτά τα παράξενα πλάσματα, οι άνθρωποι από τον νου τους σε καθημερινή βάση.
Έτσι νιώθουν ότι αυτοπροσδιορίζονται, από τους μύθους και όχι από την φύση.
Το κακό σε αυτή την υπόθεση είναι ότι δεν κοιτάνε να επιμεληθούν τις δικές τους ιστορίες αλλά μιλούν ακατάπαυστα για όσα δεν γνωρίζουν γιατί δεν τα έζησαν ούτε τα ένιωσαν. Αυθαίρετα συμπεράσματα. Πιασάρικο, ναι. Αληθινό, όχι.
Ωραίος ο λόγος, αλλά αν τον σπαταλάς για να συζητάς για ό,τι δεν σε αφορά, έχεις χάσει την μαγεία του αληθινού παραμυθιού και λυπάμαι για σένα.
Θέλω να σε βοηθήσω αλλά δεν μπορώ, δεν έχω τέτοιον ρόλο.
Ο ρόλος μου είναι ο Χάρι ο πασαλειμμένος επίτηδες με άμμους για να δει τι ιστορίες θα τολμήσετε να σκαρφιστείτε.
Όποιος το καταλάβει του κάνω το πρώτο αντίτυπο δώρο.
Οι πιο πολλοί δίνουν παρερμηνείες.
Αναρωτιέμαι αν έχουν εγκέφαλο, είτε είναι ήρωες είτε απλώς… άνθρωποι. Και με λυπεί αυτή η σκέψη ρε γαμώτο.
Μετά από μερικούς μήνες ήρθε κάποιο άλλο πρόσωπο. Άντρας, γυναίκα, χωρίς ιδιότητα, ταυτότητα και φύλο ή φυλή, δεν μπορούσα να καταλάβω.
Μού είπε πως η εγγραφή μου στην αριστερόφυλλη οργάνωση θα με έκανε καλό και πετυχημένο σύντροφο. Δεν μου φάνηκε κακή ιδέα, εφόσον συζητήσαμε και έμαθα ότι δεν έστελνε τα παιδιά να του πάρουνε πούρα ή να του σφουγγαρίζουν.
Όμως, με την μικρή μου συμμετοχή στις σελίδες του, κατάλαβα ότι αυτοί οι δηλωμένοι αριστερόφρονες (όχι και όλοι, αλλά ήταν αρκετοί), ήθελαν να βάζουν τους δεξιούς βασιλιάδες να τους κάνουν τα θελήματα και βολεύανε τους συντρόφους στις παραγράφους τους χωρίς να κρίνουν αν όντως ήταν ήρωες παραμυθιών αληθινών.
Σημασία, εξάλλου είχε το παρουσιαστικό.
Και η ωραία φωνή. Και ο εντυπωσιακός λόγος.
Μαζευόμασταν και τραγουδάγαμε επαναστατικά τραγούδια κατά των εκδοτών και των φασιστόμουτρων αλλά στην καθημερινή ζωή κοιτάζαμε το πορτοφόλι και το αν το παραμύθι τελικά πουλούσε ή όχι.
Με κούρασε αυτός ο ψεύτικος μύθος.
Είπαν ότι θα μπορέσω να ξεπλυθώ επιτέλους από την άμμο, αλλά δεν θα είμαι ο Χάρι, θα είμαι ο Δον Χαρίλαος και θα περιφέρομαι μαζί τους από εκδήλωση σε εκδήλωση κατηγορώντας τους δεξιούς.
Δεν είμαι όμως ο Δον Χαρίλαος, είμαι ο Χάρι.
Και μετανιώνω που έφαγα και ήπια μαζί τους, γιατί τώρα μου ζητάνε τα χρωστούμενα. Τι να κάνω και εγώ τους έδωσα μερικά αντίτυπα αν και αμφέβαλλα αν ποτέ θα τα καταλάβουν.
Πάνε τώρα και τα δείχνουν στους αναγνώστες τους λέγοντας για τον αχρείο Δον Χαρίλαο, έναν τρελό που νόμιζε ότι θα χτίζει μια ζωή κάστρα στην άμμο και ότι έτσι θα πουλούσε.
«Δεν θέλω να πουλήσω, δεν θέλω και να χρωστάω»
Νομίζω ότι με το δώρο που τους έκανα πατσίσαμε, εν τέλει.
Τώρα που δεν χρωστάω σε κανέναν τίποτα, μπορώ με ηρεμία να συγκεντρωθώ στην δουλειά μου χωρίς συντροφικούς αριστερούς αντιπερισπασμούς.
Μια μέρα ήρθε και μου είπε: «Δεν μας σεβάστηκες»
Απάντησα: «Καταλαβαίνεις ότι δεν είμαι ο Δον Χαρίλαος, η μυθική μορφή που μόνος σου ή μόνη σου έφτιαξες βάσει της δικής σου οπτικής; Είμαι ο Χάρι και φτιάχνω κάστρα. Το παραμύθι μου είναι τόσο απλό όσο και η ζωή μου. Και εξίσου πολύτιμο με αυτήν»
«Τραγική ζωή, Δον Χαρίλαε, σε λυπάμαι…»
«Και εγώ λυπάμαι εσένα, γιατί μιλάς, μιλάς, αλλά δεν βλέπω να φτιάχνεις κάτι δικό σου».
Έτσι χώρισαν οι δρόμοι μας με το συντροφάκι και από μέσα μου ευχήθηκα να καταλάβει ότι έννοιες όπως η γνησιότητα και η αγάπη, δεν είναι ούτε προς πώληση ούτε προς παρερμηνεία.
Έκανα καιρό να ξαναπάω για φαγητό με συντρόφους.
Ποιος ξέρει αν θα μου ζητούσε τον λόγο για την ύπαρξή μου και μόνο, την επόμενη φορά;
Λίγες μέρες μετά, ένα κοντό πλασματάκι με πελώρια γυαλιά με πλησίασε.
«Έχεις συμβόλαιο;;»
«Συμβόλαιο, γιατί;»
«Για τη ζωή σου!»
«Μα… Είμαι ο Χάρι και είμαι χαρακτήρας παραμυθιού»
«Χρειάζεσαι συμβόλαιο. Να υπογράψεις αυτό το χαρτί, της ένωσης χαρακτήρων βιβλίων»
«όχι, δεν χρειάζομαι. Μου χαλάτε την πλοκή μου, μπορείτε να πάτε αλλού;»
«Α, αν δεν υπογράψεις, αχρείε άνεργε δήθεν ήρωα, θα σε ρίξουμε στη θάλασσα»
(Καλύτερα, να γλιτώσω, σκέφτηκα, αλλά δεν το είπα, μη και με πάρουν για μαζοχιστή)
«Έλα, βάλε υπογραφή, γρήγορα, δεν έχω χρόνο για χάσιμο! Όλοι βάζουν!»
Τι το ήθελε το όλοι βάζουν, με έπεισε.
Το μόνο πρόβλημα ήταν που δεν είχα υπογραφή.
Έτσι, αυθόρμητα, σκέφτηκα τον ήρωα του αγαπημένου μου βιβλίου και έγραψα «ΧΑΡΙ ΠΟΤΕΡ»
«Ω»
Είχε πάρει μια έκφραση πολύ παράξενη.
«Εσείς;»
Έκανε μια υπόκλιση και έφυγε τρέχοντας.
Δεν πήγε πολύ μακριά και μπορούσα να ακούω τα λόγια του, μου γέμιζε τις σελίδες με ασυναρτησίες.
Έφτιαχνε μυθοπηγαδάκια και έλεγε σε όλους πως είμαι ο περίφημος μισός άνθρωπος μισός μάγος που πήγε στο Χόγκουαρτς και… τη συνέχεια την ξέρετε.
Ήρθαν, λοιπόν και μου ζήτησαν να κάνω κάποιο μαγικό.
«Άμπρα κατάμπρα, ήλιους άμμους και κάστρους, σας στέλνω σε ένα άλλο βιβλίο όσους λέτε ασυναρτησίες!»
Έμειναν και με κοιτούσαν.
«Μα δεν εξαφανίστηκε κανείς»
«Μάλλον όλοι λέτε εξυπνάδες, για αυτό»
«Εντάξει κύριε Πότερ, χαρήκαμε για την γνωριμία, ήταν τιμή μας που απολαύσαμε τις εξαίσιες μαγευτικές σας ικανότητες, τώρα πάμε να συλλέξουμε υπογραφές, καταλαβαίνετε, είμαστε φοβερά πολυάσχολοι…»
«…Ναι… Καταλαβαίνω»
Πολύ σημαντική ασχολία το να συλλέγεις υπογραφές.
Αν και εγώ δεν ήξερα από αυτά, εγώ ένα κάστρο είχα και προσπαθούσα να μην βραχεί, να μην ξεραθεί, να μην γεμίσει με παράσιτα, που συχνά πυκνά έρχονταν και μου το μόλυναν, με αποτέλεσμα να φαίνεται μαύρο, ενώ ήταν χρυσό.
Τουλάχιστον έτσι φαινόταν στο δικό μου αληθινό παραμύθι.
Καμιά φορά, αν τελείωνα νωρίς την δουλειά μου και οι συνθήκες ήταν ευνοϊκές για να επιβιώσει η τελική και αγαπημένη μου εκδοχή του κάστρου μου, πήγαινα καμιά βόλτα, να βρω ιστορίες. Κατά προτίμηση αληθινά παραμύθια, με ιστορίες ζωής στις οποίες, άνθρωποι ή φανταστικά πλάσματα κοιτάνε την δουλειά τους, την αληθινή, και τίποτα άλλο.
Περπατούσα για ώρες ανάμεσα σε σελίδες. Άλλες πολύχρωμες και φανταχτερές, άλλες φθαρμένες και με τις ωραιότερες αφηγήσεις που συνάντησα ποτέ μου.
Αλλά δεν είχα πολύ χρόνο.
Έπρεπε να γυρίσω, σύντομα θα βράδιαζε και το κάστρο μου…
Όταν γύρισα βρήκα μια γάτα να κάθεται ακριβώς στο σημείο εκείνο που ήταν λεπτό μα σταθερό.
«Ε, συγγνώμη, αυτό είναι το κάστρο μου, η δουλειά μου. Μπορείς να καθίσεις λίγο πιο πέρα;»
Τότε ήρθε και κάθισε πάνω μου!
Πάνω που πήγα να της πω ότι με λερώνει και ότι δεν τα πάω καλά με άγνωστα μυθικά πλάσματα, άρχισε να γουργουρίζει. Έως τότε, είχε κλειστά τα μάτια της.
Άνοιξε ξαφνικά τα βλέφαρα και δύο πελώρια καταπράσινα μάτια ξεπρόβαλλαν.
Εκείνη τη στιγμή ένιωσα Αγάπη, για αυτό, εφόσον δεν μιλούσε είπα να της δώσω αυτό το όνομα ώστε να την αποκαλώ κάπως.
Το θέμα είναι ότι, καθώς φαίνεται, αυτό το πλάσμα είναι εντελώς μυθικό και έχει πιθανώς και μαγικές δυνάμεις.
Πραγματοποιούσα από τότε που με πρωτοκοίταξε, κάθε τρελή επιθυμία της. Σηκωνόμουν στις πέντε τα χαράματα, ακόμα καλά καλά οι σελίδες δεν είχαν ασπρίσει. Και έπαιζα μαζί της.
Πάει το κάστρο! Τώρα τι θα απογίνω!
«Άκου να σου πω καλή γατούλα, δεν έχω χρόνο για παιχνίδια και παιδιαρίσματα. Πρέπει να δουλεύω»
«Μα, νιαρ, αφού το κάστρο το έφτιαξες, τώρα τι άλλο θες; Τόσα χρόνια, τόσοι ανίδεοι με μύθους μη αληθινούς, μερικοί έξυπνοι και ορισμένοι απλώς ενοχλητικοί αν και όχι παρεμβατικοί όπως οι πρώτοι, δεν κατάλαβες ότι η το νόημα του παραμυθιού δεν είναι στην δουλειά;»
«Ναι, αλλά εγώ δεν κοιτάζω να δείξω, ούτε να πουλήσω, ούτε να υπογράψω, ούτε να ψηφίσω. Ούτε να κλέψω άμμο άλλων. Θέλω απλά να κάνω αυτό που νιώθω ότι φτιάχτηκα για να κάνω»
«Και φτιάχτηκες για να γεμίσεις τις σελίδες σου με πληροφορίες για το πως να φτιάξετε το τέλειο στα μάτια του Χάρι κάστρο;»
«Τι; Πώς με είπες;»
«Χάρι…;!»
«Εννοείς… εννοείς… ότι με κατάλαβες;»
«Δεν είναι και δύσκολο. Ευτυχώς με το παιχνίδι έφυγε πολλή από την άμμο με την οποία είχες τυλιχτεί. Ευτυχώς, νιαρ, που δεν το πήρες χαμπάρι για να ξαναβάλεις»
«Και πες ότι σταματάω να δομώ και να αποδομώ κάστρα. Τί θα κάνουμε;»
«Εύκολο, έλα να δεις»
Και είδα.
Την μισή μέρα αποφασίζαμε αν το κάστρο θα ήταν αρχοντικό ή εγκαταλελειμμένο και την άλλη μισή μαθαίναμε να είμαστε ήρωες παραμυθιών.
Δεν είχαμε, όμως, καμιά ανάγκη να μας δει κάποιος, ή να αναγνωρίσει ότι το παραμύθι μας ήταν πιασάρικο ή έκανε ρεκόρ πωλήσεων, ή απλά τραβούσε την προσοχή. Έτσι παίζαμε αυθόρμητα και το γέλιο κατέκλυσε τις σελίδες μας.
Μια μέρα η γάτα την ψώνισε, είπε ότι θα είναι η βασίλισσα του κάστρου και εγώ ο υπηρέτης της.
«Ε, που τα έμαθες αυτά τα κόλπα, καλή μου Αγάπη;»
«Από τους δεξιούς»
«Και τί άλλο έμαθες από τους δεξιούς;»
«Ότι η μεριά μου είναι δική μου και αν πλησιάσεις θα σε γρατζουνίσω του θανατά»
«Και αν έρθω θα νιώσεις απειλή;»
«Ναι. Εκτός και αν με υπηρετεύεις. Να, να φτιάξουμε και συμβόλαιο εδώ στην βρεγμένη άμμο»
«Να σου πω, δεν μού αρέσει αυτό το παιχνίδι, παίζουμε κλέφτες και αστυνόμους; Κάπως σαν τους αριστερούς αλλά χωρίς συμφέροντα και βολεματα»
«Καλά…»
Και παίξαμε, παίξαμε, παίξαμε, είδαμε το ηλιοβασίλεμα και κοιμηθήκαμε υπό το φως του φεγγαριού που είχε κολλήσει ο ένας και μοναδικός μας αναγνώστης στο ταβάνι, ακριβώς πάνω από το παραμύθι μας
.
«Κάτω ο Αναγνώστης, κάτω ο Αναγνώστης!»
Αριστεροί και δεξιοί της Ένωσης Χαρακτήρων Παραμυθιών είχαν βαλθεί να με εκνευρίσουν.
Δεν φτάνει που το γατί μου με ξύπνησε στις 6, είχα και τους αποφασισμένους να γίνουν ορκισμένοι εχθροί του αναγνώστη μου.
Είχαν μαζευτεί και έλεγαν ένα σωρό ανοησίες. Πάλι ό,τι κατέβαζε το κεφάλι τους.
Ότι ήταν ανίδεος, δεν είχε στόχους, καθόταν ο αργόσχολος και έγραφε -και δεν έγραφε και ωραία, εδώ που τα λέμε.
Άκου να γράφει για έναν Δον Χαρίλαο/ Χάρι Πότερ και μια γάτα!
Δεν – πουλάει.
Εγώ όμως τον αναγνώστη τον είχα γνωρίσει. Εκείνος με είχε βοηθήσει να χτίζω και να αποδομώ μύθους, δηλαδή τα κάστρα μου, καθώς και να καταλαβαίνω καλύτερα και να παρατηρώ τους μύθους που άλλοι πάνε με τη βία να μου πλασάρουν ως αληθινούς.
Το παιδί μού έλεγε να μην παίρνω άμμο από όσους δεν ξέρω, γιατί θα μου ζητήσουν και τον παραμικρό κόκκο πίσω.
Να μην υπογράφω όπου να ναι, γιατί θα νομίζουν πολλά πράγματα που τους εξυπηρετούν, όπως, ας πούμε, ότι θα γίνω υπηρέτης, δεξιός, ή αριστερός ή και απλά ένας αδέξιος, ανόητος, θεωρητικός, αφελής, κακόγουστος, φτωχός και ανάξιος αντί-ήρωας.
Εκτιμούσα πολύ την γνώμη του. Εκείνο με είχε βαφτίσει Χάρι.
Εκείνο μου είχε δώσει τα βιβλία της Ρόουλινγκ να τα διαβάσω και να πάρω ιδέες.
Εκείνο μου κρατούσε το χέρι όταν έβγαινα από το βιβλίο για να ξεκουραστώ από τους μυθομανείς και τους βολεμένους που ήθελαν να με απαγάγουν και να μου αλλάξουν τις σελίδες και να μου εξαφανίσουν την άμμο και να φυλακίσουν τη γάτα μου και…
Ένα δάκρυ κύλησε και έβρεξε την σελίδα.
Το παιδί μάς χάιδεψε.
Το παιδί μάς ήξερε.
Πέρασαν χρόνια και εγώ είχα μεγαλώσει τόσο που καμιά φορά δυσκολευόμουν να χωρέσω στις σελίδες.
Με δυσκολία πια μπορούσα να ελίσσομαι από την σελίδα ένα στην σελίδα ένα τρισεκατομμύριο. Ήθελα να φτιάξω πολλά κάστρα, βλέπεις. Και κάθε εικόνα από τις δοκιμές μου, πετυχημένες ή αποτυχείς, ήταν μέσα εδώ.
Πονούσε η χάρτινη πλάτη μου και ήθελα να ξεκουράζομαι όλο και συχνότερα.
Μια μέρα το παιδί μου είπε «θέλω κάποιους να σου γνωρίσω»
Και μου έβαλε στο βιβλίο πολλούς νέους ΑΛΗΘΙΝΟΥΣ ήρωες.
Με καταλάβαιναν και με έλεγαν «Χάρι» ενώ το κάστρο το έβλεπαν για κάστρο, από άμμο χρυσή και από εμπειρία σταρένια.
Και μου έλεγαν την γνώμη τους χωρίς κανέναν εξαναγκασμό ή πίεση.
Χωρίς να ενταχθώ σε δεξιές και αριστερές, σε συλλόγους και ενώσεις, σε ρόλους και συμβόλαια.
Χωρίς ταμπέλες πορευόμασταν μαζί, εξερευνώντας τις σελίδες.
Δεν ήμουν πια ούτε ανίδεος, ούτε εξαιρετικός, ούτε μάγος, ούτε σύντροφος. Ήμουν απλά ο Χάρι.
Και αυτό ήταν εντάξει.
Δεν αξιολογήθηκε το παραμύθι μας.
Απλώς έγινε χώρος για πολλά παιδιά, να μπαίνουν και να παίζουν σε αυτό.
Ελεύθερα.
Όσο για τους ψευτό επαναστάτες και τους μυθικούς σωτήρες, ακόμα φώναζαν:
«Κάτω ο Αναγνώστης», «Κάτω ο Δον Χριστόφορος»(δεν το πληροφορηθηκατε καλά, μέσω του χαλασμένου τηλεφώνου, ΔΟΝ ΧΑΡΙΛΑΟ το είχαν πει!), «Κάτω η χοντρή γάτα!»
«ΧΟΝΤΡΗ;»
«Δε λένε για σένα, θησαυρέ μου, μην ταράζεσαι. Έχουμε και δουλειές, άστους, θα λένε. Εκτός και αν αποφασίσουν να μην είναι έτσι ή αλλιώς, παρά μόνο αληθινοί. Όπως το παιδί που χρόνια πριν, τους διάβαζε, τους στήριζε και τους βοηθούσε χωρίς καμιά βλέψη ή κέρδος».
Το παιδί που και εκείνοι κάποτε ήταν.
Βλέπετε, το παιδί που ήταν κάποτε, τους αγαπούσε.
Και μετά… Βολεύτηκαν σε κάποια παραμύθια με μόνο σκοπό το να παράγουν λόγο χωρίς λόγο.
Όσο το έκαναν αυτό, εμείς ζούσαμε και απολαμβάναμε το να μας λένε «Δον Χαρίλαο που γίνεται τελικά Δον Χριστόφορος, Δούκισσα Ευδοκία, Δον Ζουάν, Δον Κιχώτη».
Και γελούσαμε με την δεξιότητά τους να φτιάχνουν, τι άλλο, τους πιο τρελούς μύθους!
Το κάστρο, στο μεταξύ, είχε μεταμορφωθεί σε πέτρωμα, χρυσό και γνήσιο, όπως μας είπε κάποιος περαστικός εμπειρογνώμονας.
Θα μπορούσαμε, λέει να το πουλήσουμε και να….
«ΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑΧΑ».
Ξύπνα, Χάρι!
Άκου να σου πω τι ονειρεύτηκα...
Τέλος παραμυθιού.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου