Ο Βιολιστής
Ζούσε κάποτε σε ένα μέρος σχεδόν μυθικό ένας βιολιστής που δεν τον είχε δει ποτέ κανείς. Όλοι, όμως, τον είχαν ακούσει.
Η μουσική του δεν γινόταν αντιληπτή μέσα στην φασαρία της πόλης. Για να μπορέσει κανείς να την νιώσει, έπρεπε να προσπαθήσει να την αντιληφθεί.
Αυτό μπορούσε να γίνει εφικτό, αν έκανε ένα ξεσκαρτάρισμα ο κάθε πολίτης σε κάθε ήχο του δρόμου, των φωνών, του άγχους και των αρνητικών προθέσεων και αισθημάτων και άκουγε πραγματικά αυτόν τον έναν ήχο που, ενώ ήταν πιο δυνατός από όλους τους άλλους, επισκιαζόταν από την πολυπλοκότητα του κόσμου μας.
Οι πολίτες έπρεπε, λοιπόν, να κάνουν μια μαγική κίνηση κάθε φορά που είχαν ανάγκη την μουσική. Να κλείνουν τα μάτια, να παίρνουν βαθιά αναπνοή και να πιάνουν την σωστή συχνότητα.
Τότε, άκουγαν εκείνον τον ρυθμό που τους έκανε κυριολεκτικά να πετούν χορεύοντας και να χορεύουν πετώντας.
Όσο η ζωή γινόταν περισσότερο πολύπλοκη, τόσο εκείνοι άρχιζαν να ζητάνε όλο και συχνότερα την μελωδία του βιολιστή.
Υπήρχε, όμως, ένα πρόβλημα. Ο βιολιστής δεν μπορούσε να παίζει μέρα νύχτα. Έλα μου όμως που τον καλούσαν με τις μαγικές τους δυνάμεις οι άλλοι άνθρωποι και μέσα στην νύχτα ακόμα.
Έτσι, επειδή είχε καλή καρδιά, δεν τους χάλαγε χατίρι.
Μια μέρα, το χέρι του σταμάτησε.
Εκείνος είχε κάθε καλή πρόθεση να συνεχίσει, αλλά το χέρι, κάθε φορά που έκανε κίνηση, πονούσε.
Ο βιολιστής δάκρυσε και τα δάκρυά του κύλησαν στο έδαφος, πότισαν τα λουλούδια και τα δέντρα και τότε συνέβη κάτι μαγικό.
Εκείνα έπαιζαν την μουσική του. Ακόμα και η θάλασσα συμφώνησε σε αυτό το σχέδιο της Άνοιξης που ήρθε για να ξεκουράσει τον ήρωα του παραμυθιού αυτού.
Έτσι, γεννήθηκε ο διαλογισμός όσων αγαπούν τη φύση και την μουσική, την μουσική της φύσης.
Κάπου, κάποτε, που όλοι πετούσαν χορεύοντας πάνω από μια πόλη.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου