Comfort Zone ιδεολογικό
σχετικό Με φαντάζομαι σε συζητήσεις και σε διαλόγους να λέω την ακόλουθη φράση: "Εντάξει, τώρα μπορείς να ξεχάσεις το παρελθόν" και τους ανθρώπους να με κοιτάζουν με πολλές διαφορετικές εκφάνσεις εκφράσεων έκπληξης και τρόμου.
Αυτό συμβαίνει επειδή ως είδος θέλουμε και ψάχνουμε τρόπους για να αυτό προσδιορίσουμε, λέγοντας, γράφοντας, μπερδεύοντας πολύ συχνά, ιστορίες ζωής, σε συζητήσεις και σε αφηγήσεις χωρίς τελειωμό.
Όταν αλλάζουμε ζωή (γιατί κάποια στιγμή αλλάζουμε, η αλλαγή είναι στη φύση μας), ανασυνθέτουμε κάποιες ιστορίες που είτε δεν θέλαμε να μας αφήσουν αλλάζοντας, είτε δεν επιθυμούσαμε εμείς να αφήσουμε. Ή και το αντίθετο.
Η επιθυμία μας για φυγή ήταν τόσο βαθιά και μεγάλη που τελικά κάναμε re writing πολύ πριν να φύγουμε με την επίσημη ερμηνεία του όρου "αποχώρηση", ή "αναχώρηση", ή και "αναβολή", "αποβολή". Έτσι, μια μέρα, χωρίς αναστολή, γίναμε άλλοι, διαφορετικοί.
Αν ήμασταν λιγάκι τυχεροί και σκεπτόμενοι άλλο τόσο, γίναμε και λίγο περισσότερο χαμογελαστοί.
Μια φίλη μου είχε πει πως αυτό είναι το κριτήριο για να δεις αν θα μείνεις ή αν θα φύγεις: Το πόσο συχνά και αληθινά γελάς. Δεν είχε και άδικο. Όταν άρχισα να έχω σαν βελάκι στην πυξίδα μου αυτόν τον παράγοντα, σαν να ηρέμησα.
Έμοιαζε λίγο, κάπως, σαν να πέταξα από πάνω μου παρανοήσεις, προϊόντα κοινωνικής επικοινωνιακής παραπληροφόρησης, σαν να είχα τολμήσει να αλλάξω τις ίδιες μου τις ιδέες, που με ωθούσαν όλο και πιο δυναμικά σε ένα αέναο comfort zone που όσο με αγκάλιαζε άλλο τόσο με κατάτρωγε.
Comfort zone ιδεολογικό.
Του στιλ "με βολεύει να μην συμπαθώ τους ξένους άρα δεν τολμώ να πω μια καλημέρα με ευγένεια". Μέχρι που τόλμησα να καταλάβω τι θα πει η λέξη "ξένος", καθώς ρίσκαρα και μπήκα στην θέση εκείνου του αβολου ρόλου.
Με τα χρόνια και τις αλλαγές, όλοι και όλες γίναμε από λίγο έως πολύ "ξένοι". Τόλμησα να αναρωτηθώ πως θα ήταν αν ξεκινούσαμε, ταυτόχρονα με την δική μας συγγραφή, μαθαίναμε και να διαβάζαμε.
Να, ας πούμε, σκεφτόμουν "Εμένα μου αρέσουν τα βιβλία φαντασίας, σιγά μην διαβάσω ποτέ θρίλερ". Και όμως, όταν το δεύτερο βρέθηκε στον δρόμο μου το άνοιξα. Δεν μου άρεσαν όλα τα θρίλερ, έκανα επιλογές για να εντάξω στην ιστορία μου εκείνα που της ταίριαζαν πιο πολύ.
Έτσι ακριβώς είναι και οι άνθρωποι. Έχεις μάθει να συναναστρέφεσαι άτομα με ιδέες συγκεκριμένες, χωρίς να αξιολογείς το αν τελικά γελάτε μαζί. Μέχρι που αρχίζεις και κάνεις παρέα με "ξένους", που δεν είναι και τελικά και τόσο ξένοι, αφού τους γνώρισες και είδες πως είναι πολύ πιο εύκολο να είστε ευτυχισμένοι μαζί.
Λένε πως οι φίλοι (και θα προσθέσω και οι συνοδοιπόροι ευρύτερα) είναι η οικογένεια που επιλέγουμε. Σημαντική απόφαση.
Καθόμαστε όμως και σπαταλάμε χρόνια και καλές προθέσεις σε συναναστροφές που δεν μας γεμίζουν. Αυτό φαίνεται από το γέλιο. Συχνότητα - δύναμη - θέση.
Απλοί νόμοι της Φυσικής, ποια είμαι εγώ για να τους πάω κόντρα;
Έτσι, λοιπόν, εκεί που έγραφα κάτι για κάποιον ξένο μόνο και λυπημένο, άρχισα να βάζω στην ιστορία μου και κάτι από χαρά, από χρώμα, από πρωί.
Από ξεκίνημα.
Μετά, συζήτησα, ξανά και ξανά και ξανά για τις ζωές των άλλων ανθρώπων.
Διαπίστωσα πως λίγοι είναι εκείνοι που γράφουν χωρίς να κοιτάζουν τα παλιά τους σιγουράκια, τα γούστα, τις παρέες, τα τραύματα.
Τα comfort zones τους βρε παιδί μου.
Τα δεδομένα τους που δεν ήταν σίγουροι αν θα ήθελαν να τα βάλουν σε πρωταγωνιστικό ρόλο μαζί με την αγάπη τους, ή αν θα ήθελαν να τα κάνουν κομπάρσους σε μια ιστορία χωρίς καθόλου γέλιο.
Για αυτό μαλώσαμε. Επειδή του ενός το βιβλίο είχε άλλον πρωταγωνιστή και του άλλου διαφορετικό.
Και, τι θα γινόταν, αν τολμουσαμε να περπατήσουμε δίπλα δίπλα παρατηρώντας τη φύση και χαμογελώντας, αντί να γυρίσουμε σελίδες προς τα πίσω για να σιγουρευτούμε πως, ο εαυτός μας και μόνο εκείνος, είχε δίκιο;
Άρχισε να μην με απασχολεί το ποιος είχε τελικά δίκιο ή άδικο, γιατί τέτοιες σκέψεις σε τρώνε, σαν Ερινύες μοιάζουν, έτοιμες να σε βάλουν κάτω και να σε ρωτήσουν αν έφταιξες και που. Κι εσύ σαν παιδί να παραπονεθείς υποστηρίζοντας πως ",νέος ήμουν, δεν είχα γνώση να γράψω! Δεν με ρώτησε κανένας τι ήθελα να γράψω ρε συ!"
Εσύ, σε ρώτησες;
Από πού άρχισες, από ήδη γραμμένες σελίδες, ή από μια κατάλευκη με χώρο για γέλιο;
Κοίταξες μπροστά, ή μόνο πίσω;
Είδες στα αλήθεια εσένα έξω από το comfort zone;
Άντεξες χωρίς να επιρρίπτεις ευθύνες σε κανέναν, καθώς συγχώρησες πρώτα εσένα και μετά τους άλλους;
Μα τι λέω, ε. Άνθρωποι είμαστε. Μας αρέσει να κατηγορούμε, να πρωταγωνιστούμε, να βολευόμαστε.
Ας γελάσω, πάλι, με αυτά που τόλμησα να σκεφτώ για ένα παρόν με ελευθερία χαράς.
https://youtu.be/djGZFZb_iZM
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου