Το μυστικό της λίμνης (Παραμύθι)
Το μυστικό της λίμνης
Μια φορά κι έναν καιρό, σε ένα μικρό χωριό δίπλα στη θάλασσα, ζούσε ένας ψαράς που ονειρευόταν να ανακαλύψει μαγικά πλάσματα. Όλοι, όμως, του έλεγαν ότι δεν υπάρχουν τέτοια πλάσματα και είχε αρχίσει να λυπάται πολύ. Ένιωθε πως δεν τον καταλαβαίνει κανένας. Ξεκίνησε, ωστόσο, ένα ταξίδι, μια εξερεύνηση, για να αποδείξει σε όλους ότι τα μαγικά πλάσματα υπάρχουν.
Καθώς ταξίδευε, συνάντησε έναν σοφό γέροντα που του είπε: «Η πίστη σου
είναι το κλειδί για να βρεις αυτό που ψάχνεις» και του έδωσε ένα μενταγιόν με
κυκλικό σχήμα το οποίο εκείνος δεν έβγαλε ποτέ από πάνω του. Το μενταγιόν είχε
μια μυστηριώδη λάμψη και ο νεαρός ψαράς ένιωθε ότι του έδινε δύναμη και θάρρος.
Καθώς συνέχιζε το ταξίδι του, έφτασε σε ένα πυκνό δάσος όπου άκουσε
ψιθύρους και γέλια που έμοιαζαν να έρχονται από τα δέντρα. Πλησίασε το πρώτο
δέντρο και έξαφνα άκουσε έναν ήχο που έμοιαζε με μουσική.
Η μουσική ήταν μαγευτική και τον καθοδηγούσε βαθύτερα στο δάσος. Εκεί,
ανάμεσα στα δέντρα, είδε μια μικρή λίμνη με κρυστάλλινα νερά και, στη μέση της
λίμνης, ένα πανέμορφο πλάσμα με φτερά που έλαμπαν στο φως του φεγγαριού.
Δεν ήθελε να το ενοχλήσει, έμοιαζε να είναι ήρεμο και γαλήνιο εκεί που
στεκόταν και απολάμβανε την ηρεμία του φυσικού τοπίου. Ο νεαρός αποφάσισε να
καθίσει σιωπηλά στην άκρη της λίμνης, παρατηρώντας το μαγικό πλάσμα.
Μετά από λίγο, το πλάσμα γύρισε και τον κοίταξε με μάτια γεμάτα σοφία και καλοσύνη. «Σε περίμενα», είπε με μια φωνή που έμοιαζε με μελωδία.
Του απάντησε και εκείνος τραγουδώντας, αλλά όχι σε κάποια γνώριμη στους
ανθρώπους γλώσσα, θύμιζε μαγική. Του είπε όσα ήθελε να πει με μια μελωδία που
έβγαινε από το πρόσωπο και από το σώμα του, κάπως όπως συμβαίνει στα μαγικά
πλάσματα. Το ρώτησε «Είσαι μαγικό πλάσμα;»
Το πλάσμα χαμογέλασε και απάντησε με την ίδια μελωδική φωνή: «Ναι. Είμαι
ένα από τα μαγικά πλάσματα που αναζητούσες. Η πίστη σου σε έφερε εδώ και τώρα
είσαι έτοιμος να μάθεις τα μυστικά μας».
Ο νεαρός ψαράς ένιωσε μια απέραντη χαρά και ανυπομονησία για όσα θα
ακολουθούσαν.
Ήξερε πως η ζωή του δεν θα ήταν ποτέ πια η ίδια. Κοίταξε το μαγικό πλάσμα
με ένα βλέμμα στο οποίο συνδυάζονταν η έκπληξη με τον προβληματισμό. Τότε,
μίλησε: «Ναι, αλλά πως επικοινωνούμε εμείς οι δύο; Αφού, από όσο ξέρω, εγώ δεν
είμαι μαγικό πλάσμα!»
Εκείνο του χαμογέλασε ξανά και του είπε: «Η μαγεία δεν βρίσκεται μόνο σε
αυτά που βλέπεις αλλά και σε αυτά που νιώθεις. Η καρδιά σου είναι γεμάτη με
πίστη και αυτό θα σε κάνει μαγικό. Θα επικοινωνούμε με τις καρδιές μας και με
τις μελωδίες της φύσης».
Ο νεαρός ψαράς ένιωσε μια ζεστασιά να τον πλημμυρίζει και κατάλαβε ότι η πραγματική
μαγεία ήταν η πίστη και η αγάπη που είχε μέσα του. Από εκείνη τη στιγμή ήξερε
ότι μπορούσε να καταφέρει τα πάντα.
Τότε συνέβη κάτι απρόσμενο. Το μενταγιόν του άρχισε να βγάζει μια λάμψη που
τα ανθρώπινα μάτια δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν εύκολα. Ένα αστέρι στον ουρανό,
είχε ακριβώς το ίδιο χρώμα και φως με αυτό. Ο άνθρωπος, ενώ δεν ήθελε αρχικά να
φύγει, μεταφέρθηκε με έναν μαγικό τρόπο στο αστέρι του.
Εκεί όλα ήταν ήσυχα.
Ακούστηκε, τότε, μια φωνή. «Σε περίμενα».
Κοίταξε τριγύρω, μα δεν έβλεπε κανέναν. Ένιωσε μια ανάσα δροσιάς να τον
αγγίζει και η φωνή συνέχισε: «Είμαι το αστέρι που σε καθοδηγούσε όλο αυτόν τον
καιρό. Είσαι εδώ για να μάθεις την αλήθεια για την μαγεία που κρύβεται μέσα
σου».
Ξαφνικά, μπροστά του εμφανίστηκε μια μορφή από φως, που έμοιαζε με τον σοφό
γέροντα που είχε συναντήσει στο ταξίδι του. «Η πίστη σου σε έφερε εδώ», είπε η
μορφή. «Τώρα, είσαι έτοιμος να γίνεις ο φύλακας της μαγείας και να φέρεις την
ελπίδα πίσω στον κόσμο σου».
«Δεν θα τα καταφέρω. Οι άνθρωποι δεν μπορούν να δουν όσα βλέπω ούτε να
νιώσουν όσα νιώθω αυτή τη στιγμή που είμαι εδώ», απάντησε.
Η μορφή από φως χαμογέλασε με κατανόηση και είπε: «Η δύναμη της μαγείας δεν
βρίσκεται μόνο στην όραση ή στην αίσθηση, αλλά στην καρδιά και την ευγνωμοσύνη.
Εσύ την έχεις αυτή τη δύναμη μέσα σου. Μπορείς να την μοιράζεσαι με άλλους μέσα
από τις πράξεις σου και από τα λόγια σου. Έτσι, με προσπάθεια, θα μπορέσουν και
αυτοί να νιώσουν τη μαγεία».
Ο νεαρός ψαράς ένιωσε μια νέα αυτοπεποίθηση να τον πλημμυρίζει. Κατάλαβε ότι η αποστολή του ήταν να φέρει την ελπίδα και την πίστη πίσω στον κόσμο του και ότι αυτό μπορούσε να το κάνει με την αγάπη και με την καλοσύνη του.
Όταν, όμως, επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων τα πράγματα ήταν πολύ
διαφορετικά από ότι περίμενε. Εκείνοι του είπαν να μην πιστεύει σε ασυναρτησίες
και να αρχίσει να δουλεύει σοβαρά, σε σοβαρές δουλειές. Να βγάλει σύντομα πολλά
λεφτά, να παντρευτεί και να σταματήσει να τους ενοχλεί με τις ιστορίες
καλοσύνης που έτεινε να συνθέτει με τα μάτια της φαντασίας και της πίστης του.
Ο ψαράς ένιωσε απογοήτευση και μοναξιά, αλλά θυμήθηκε τα λόγια του μαγικού
πλάσματος και του σοφού γέροντα. Αποφάσισε να μην εγκαταλείψει την πίστη του.
Άρχισε να βοηθάει τους ανθρώπους γύρω του με μικρές πράξεις καλοσύνης και να
μοιράζεται τις ιστορίες του με όσους ήταν πρόθυμοι να τις ακούσουν.
Σιγά-σιγά, οι άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν την αλλαγή που έφερνε η καλοσύνη
του και να νιώθουν τη μαγεία που κρυβόταν στις πράξεις του. Έτσι, ο νεαρός
ψαράς κατάφερε να φέρει την ελπίδα και την πίστη πίσω στον κόσμο του,
δείχνοντας ότι η πραγματική μαγεία βρίσκεται στην καρδιά.
Πέρασαν τα χρόνια και δεν μπορούσε να ξεχάσει το μαγικό πλάσμα στη λίμνη,
όμως. Αποφάσισε να επιστρέψει στο δάσος για να το βρει ξανά. Όταν έφτασε στη
λίμνη, το πλάσμα τον περίμενε εκεί, με το ίδιο γαλήνιο χαμόγελο.
«Ήξερα ότι θα επέστρεφες» είπε το πλάσμα. «Η πίστη σου είναι ακόμα δυνατή
και η καρδιά σου γεμάτη καλοσύνη. Μαζί, μπορούμε να φέρουμε ακόμα περισσότερη
μαγεία στον κόσμο».
Ο ψαράς ένιωσε μια βαθιά ανακούφιση και χαρά που βρήκε ξανά το πλάσμα.
Καθώς περνούσαν τον χρόνο τους μαζί, το πλάσμα του έμαθε περισσότερα για την
μαγεία της φύσης. Έτσι, εκείνος με την σειρά του κατάλαβε ότι η πραγματική
αγάπη δεν βρίσκεται μόνο στις πράξεις αλλά και στο να μοιράζεσαι στιγμές με τα
πλάσματα που αγαπάς.
Με την καθοδήγηση του πλάσματος, ο ψαράς επέστρεψε στον κόσμο των ανθρώπων,
αυτή τη φορά με μια νέα αποφασιστικότητα. Άρχισε να οργανώνει μικρές κοινότητες
όπου οι άνθρωποι μπορούσαν να μοιράζονται τις ιστορίες τους και να βοηθούν ο
ένας τον άλλον. Σιγά σιγά η έμπρακτη μαγεία άρχισε να εξαπλώνεται και οι
άνθρωποι άρχισαν να βλέπουν τον κόσμο με νέα μάτια.
Ο ψαράς αποφάσισε να φτιάξει μία ξύλινη βάρκα και να επισκέπτεται που και
που την μαγική λίμνη. Του άρεσε εκεί, το μέρος αυτό τον ηρεμούσε. Απολάμβανε
την μουσική από τα θροΐσματα των φύλλων και την υφή του νερού.
Έβλεπε το αστέρι του και, καμιά φορά, μόλις τελείωνε το ψάρεμα, ζωγράφιζε
το τοπίο σε ένα μικρό μπλοκ ζωγραφικής που κουβαλούσε πάντα μαζί του.
Μια μέρα, καθώς ζωγράφιζε το τοπίο, το πλάσμα του είπε: «Η φιλία μας είναι
η απόδειξη ότι η μαγεία της καρδιάς μπορεί να γεφυρώσει κάθε διαφορά. Μαζί
μπορούμε να φέρουμε ειρήνη και θαλπωρή στον κόσμο». Ο ψαράς συμφώνησε και
αποφάσισε να μοιραστεί τις ιστορίες του και τις ζωγραφιές του με τους ανθρώπους
του χωριού. Οι άνθρωποι απολάμβαναν αυτό το ταξίδι τέχνης και φαντασίας.
Ο ψαράς και το μαγικό πλάσμα παρέμειναν φίλοι για πάντα και η ιστορία τους
έγινε θρύλος, εμπνέοντας γενιές να πιστεύουν λίγο περισσότερο και να
αμφισβητούν λίγο λιγότερο ό,τι δεν έχουν γνωρίσει βαθιά μέσα από τις πράξεις.
Οι ζωγραφιές του ψαρά και το τραγούδι του δάσους κράτησαν ζωντανή την αγάπη
των δύο πλασμάτων ακόμα και αφότου έφυγαν από την ζωή.
Ένα παιδί, μετά από πολλά χρόνια, κοίταξε το χρωματιστό αστέρι στον ουρανό:
«Αυτό το έχω δει σε μία ζωγραφιά!» είπε και χαμογέλασε.
Από πίσω ακουγόταν η πιο γαλήνια μουσική του κόσμου.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου